Перевод: со всех языков на все языки

со всех языков на все языки

τὸ συμπερανθέν

См. также в других словарях:

  • συμπερανθέν — συμπεραίνω accomplish jointly aor part pass neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • συμπεραίνω — ΝΜΑ, και αττ. τ. ξυμπεραίνω Α (στην αρχ. μόνον το μέσ. συμπεραίνομαι) καταλήγω σε συμπέρασμα μετά από έλεγχο δεδομένων, συνάγω λογικό συμπέρασμα (α. «από όσα άκουσα, συμπεραίνω ότι βρίσκεται σε δύσκολη θέση» β. «τὴν ἑτέραν λαβόντα πρότασιν,… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»